Ο Ναός της Ευαγγελίστριας στην Τήνο με τη θαυματουργή Εικόνα του αποτελεί καταφύγιο χιλιάδων προσκυνητών, που εναποθέτουν εκεί τις ελπίδες τους για ψυχοσωματική υγεία. Η ιστορία του Ναού ξεκινά από το 1823. Την 1η Ιανουαρίου 1823 θεμελιώθηκε ο Ναός της Ζωοδόχου Πηγής, στα ερείπια του παλαιού μεγαλοπρεπούς Ναού στο όνομα του Αγίου Ιωάννου. Όλοι οι κάτοικοι του νησιού συμμετείχαν στις απαραίτητες εργασίες για τη θεμελίωση και αργότερα για την πλακόστρωση του Ναού και του περιβάλλοντος χώρου.
Την 30 Ιανουαρίου 1823 οι κάτοικοι του χωριού Φαλατάδος ανέλαβαν τη συνέχιση των εργασιών. Ενώ ίσιωναν από τα χώματα το δάπεδο του Ναού και έσκαβαν μεταφέροντάς έξω το χώμα, ξαφνικά η αξίνα του Φαλαταδιανού Εμμ. Μάτσα ή Σπανού κτύπησε πάνω σε ένα ξύλο. Ο χωρικός πήρε το κομμάτι ξύλο και καθαρίζοντάς το έμεινε έκπληκτος μπροστά στο θέαμα: πάνω του ήταν ζωγραφισμένος ένας Άγγελος με κρίνο. Με χαρά και τρεμάμενη φωνή ειδοποίησε τους συγχωριανούς του, οι οποίοι άρχισαν να σκάβουν για το άλλο μισό που γρήγορα βρέθηκε. Πάνω στο ξύλο εικονιζόταν η Θεοτόκος καθισμένη σε θρόνο. Συναρμολόγησαν τα δυο ξύλα και αντίκρισαν με δέος τον Ευαγγελισμό. «Ευαγγελίζου γη χαράν μεγάλην...».
Με δάκρυα στα μάτια έστειλαν απεσταλμένους να ειδοποιήσουν όλο το νησί. Η είδηση έδωσε μεγάλη χαρά στους ντόπιους, αλλά και στους ξένους που άρχισαν να συρρέουν για να ασπαστούν την Αγία Εικόνα Της. Πλήθη κατέβαιναν από όλα τα χωριά ακόμα και τη νύχτα με λαδοφάναρα. Με υπομονή και πίστη ανέμεναν ώρες πολλές για να προσκυνήσουν και να δοξάσουν το Θεό. Την 2 Φεβρουαρίου 1823 για πρώτη φορά έγινε η περιφορά της Αγίας Εικόνας στα στενά δρομάκια της Τήνου.
Το Άγιο Εικόνισμα, χάριτι Θεού, όπως είδαμε, ήταν ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, το οποίο με τις εργασίες του χωρικού με την αξίνα σχίστηκε στη μέση, όμως οι μορφές της Θεοτόκου και του Γαβριήλ έμειναν αλώβητες. Το πίσω μέρος της Εικόνας ήταν καμένο, καθώς ο Ναός του Αγίου Ιωάννου, μέσα στον οποίο βρισκόταν από τους πρώτους βυζαντινούς χρόνους η Αγία Εικόνα, πυρπολήθηκε τον 12ο αιώνα από τους Σαρακηνούς. Και όμως το Εικόνισμα είχε διατηρηθεί, παρά τις αντίξοες συνθήκες της υγρασίας και της πολυκαιρίας.
Η τεχνοτροπία της δεν ανήκει στους βυζαντινούς χρόνους, αλλά είναι των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Οι μελέτες αποδεικνύουν ότι αποτελεί έργο του Ευαγγελιστή Λουκά και μάλιστα ότι είναι μια από τις τρεις πρώτες εικόνες του, διαβεβαιώνοντας ότι η θαυματουργική ιδιότητά Της προέρχεται από την ευλογία της ίδιας της Θεοτόκου, που ευλόγησε το έργο του Λουκά, με τα λόγια «η χάρις του εξ εμού τεχθέντος είη δι' εμού μετ' αυτής».
Ο χρυσός και τα πολύτιμα πετράδια, αφιερώματα των πιστών, δεν αφήνουν να φανεί το σκίσιμο της σκαπάνης. Στο αντίγραφο, που υπάρχει στο σκευοφυλάκιο του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, βλέπουμε ότι εικονίζεται η Μεγαλόχαρη γονατιστή με σκυμμένο το κεφάλι μπροστά σε ένα χαμηλό αναλόγιο. Στο ανοικτό βιβλίο που είναι πάνω του είναι χαραγμένα τα λόγια: «γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου». Το κάλυμμα της κεφαλής είναι ριγμένο προς τα πίσω, όπως ακριβώς έδεναν τα μαντήλια τους οι κόρες της Ναζαρέτ. Στο βάθος της μικρής αίθουσας διακρίνονται χωρίσματα παραθύρων και από το κέντρο ψηλά κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα «εν είδει περιστεράς». Απέναντι στραμμένος προς τη Θεοτόκο στέκεται ολόσωμος ο Αρχάγγελος Γαβριήλ φωτολουσμένος κρατώντας στο αριστερό του χέρι το συμβολικό κρίνο της αγνότητας.
Από τη στιγμή που βρέθηκε το εικόνισμα, αποφασίστηκε να κτιστεί νέος μεγαλύτερος Ναός, για να εκτελεστεί η διαταγή της Θεοτόκου, στο όνομα του Ευαγγελισμού. Τότε ο αρχιτέκτονας Ευστράτιος από τη Σμύρνη ανέλαβε το δύσκολο έργο, που όμως με τη βοήθεια των κατοίκων του νησιού και της Παναγίας ευοδώθηκε και σε ένα μόλις χρόνο έγιναν τα εγκαίνια.