Κωνσταντίνα! Κωνσταντίνα! Κωνσταντίνα! Κωνσταντίνα! Και έλεγε ότι δε θα ακούσει σήμερα τη γιαγιά της και τις τρεις αχώριστες φίλες της. Γκρίνια, γκρίνια, γκρίνια. Ε, βέβαια, πού να καταλάβουν αυτές από εφηβεία, που είναι της γενιάς της Κατοχής! "Μα δεν πήρες είδηση τίποτα;" ρωτάει και ξαναρωτάει η γιαγιά. "Όχι τίποτα." Είχε τόσο χαρεί για την καινούρια τους ζωή στη Γερμανία, που ούτε της πέρασε απ' το νου πως οι γονείς της μια μέρα θα χώριζαν. Κι ακόμη χειρότερα: ότι θα την έστελναν πίσω στην Ελλάδα να ζήσει με τη γιαγιά της για κάποιο διάστημα. [...]