Page 22 - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΕΛΙΚΟ ΧΩΡΙΣ
P. 22
Η ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΔΕΝ ΒΛΑΠΤΕΙ
Κ άποτε ,σε έναν μακρινό τόπο, ζούσε μία πολύ φτωχή οικογένεια. Στην
οικογένεια ήταν τέσσερα μέλη: ο πατέρας, ο κύριος Ξενοφώντας, η μητέρα, η
κυρία Κατερίνα, η μεγάλη τους κόρη, η Άννα και η μικρή τους κόρη, Μαριάννα. Η
οικογένεια αυτή αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Εργαζόταν ο
πατέρας, ο κύριος Ξενοφώντας. Το επάγγελμά του ήταν κηπουρός και τώρα
τελευταία δεν είχε και πολλή δουλειά. Ένα πρωινό της Γευτέρας, η μητέρα ξύπνησε
την Άννα για να ετοιμαστεί για το σχολείο. Μόλις έφτασε στην είσοδό του, πήρε μια
βαθιά αναπνοή και μπήκε. Πήγαινε στην Έκτη Γημοτικού. Την ώρα που μπήκε στο
προαύλιο του σχολείου, όλα τα βλέμματα των παιδιών έπεσαν πάνω της. Τα παιδιά
άρχισαν να γελάνε δείχνοντάς την με το δάχτυλό τους. Εκείνη ένιωσε πολύ άσχημα
και αμήχανα. Μόλις χτύπησε το κουδούνι για μέσα, τα παιδιά έκαναν σειρές και ο
διευθυντής του σχολείου φώναξε την Άννα για προσευχή. Εκείνη πήγε κοντά του
και πήρε το μικρόφωνο. Εκείνη την ώρα ακούστηκε μια φωνή που έλεγε «Κύριε,
πώς είναι δυνατόν να πει προσευχή αυτό το φτωχοκόριτσο;». Κανένας δάσκαλος
αλλά ούτε και ο ίδιος ο διευθυντής δεν είπαν τίποτα. Είχαν άραγε ακούσει; Η Άννα
Μάρχισε να λέει την προσευχή.
όλις η Άννα τελείωσε την προσευχή, τα παιδιά άρχισαν να μπαίνουν στις
τάξεις τους. Την ώρα των μαθηματικών η κυρία σήκωσε την Άννα στον
πίνακα, για να λύσει ένα πρόβλημα. Η Άννα το έλυσε πολύ γρήγορα και οι
συμμαθητές της είπαν «Πώς μπόρεσες και το έλυσες;" και η δασκάλα είπε «πώς ,
πράγματι». Η Άννα ντροπιασμένη έκατσε στη θέση της πολύ γρήγορα. Η δασκάλα
την κοιτούσε διερευνητικά και κάτι σαν να σκεφτόταν. Στη συνέχεια χτύπησε το
κουδούνι για να σχολάσουν. Καθώς η Άννα μάζευε τα πράγματά της, ακούστηκε
μία φωνή που έλεγε «Άλλη φορά να φοράς πιο άσχημα ρούχα». Η Άννα συνέχισε
να μαζεύει τα πράγματά της, όμως η καρδιά της πονούσε. Έφυγε γρήγορα, πρώτη
Ααπό όλους, ενώ τα παιδιά και η δασκάλα βρίσκονταν στην τάξη.
ργότερα ,ξεκινώντας από το σχολείο για να πάει στο σπίτι, στον δρόμο
πέρασε από έναν όμορφο φούρνο και ονειρευόταν όλες αυτές τις λιχουδιές
που δεν μπορούσε να αγοράσει. Στο σπίτι διάβασε τα μαθήματά της. Η ώρα πέρασε
πολύ γρήγορα και έπρεπε να κοιμηθεί. Το επόμενο πρωί η μαμά της Άννας την
ξύπνησε να ετοιμαστεί. Εκείνη όμως διαμαρτυρήθηκε πως δεν ήθελε να πάει στο
σχολείο. Η μαμά τής είπε πως δεν γίνονται αυτά τα πράγματα και γρήγορα η Άννα
ετοιμάστηκε. Η μητέρα όμως δεν την είχε ρωτήσει γιατί αρνιόταν να πάει στο
Ύσχολείο.
στερα έφτασε στο σχολείο και τι να δει. Όλα τα παιδιά της τάξης της είχαν
φτιάξει ένα μεγάλο πανό που έγραφε«ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΑΝΝΑ, ΕΙΣΑΙ Η
ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΜΑΣ ΦΙΛΗ» και όλοι την αγκάλιαζαν συγκινημένοι λέγοντάς της
συγγνώμη. Φαίνεται πως η δασκάλα είχε κάνει τελικά καλά τη δουλειά της!!!
Σοφογιάννη Δήμητρα
Α2
20